Κυριακή, Φεβρουαρίου 25, 2024
Σάββατο, Φεβρουαρίου 24, 2024
Παρασκευή, Φεβρουαρίου 23, 2024
Παρασκευή, Φεβρουαρίου 09, 2024
Τετάρτη, Φεβρουαρίου 07, 2024
ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΠΝΙΓΜΕΝΟΥ-Βασίλης Ρώτας-Διήγημα-ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Λόγος ...
Δευτέρα, Φεβρουαρίου 05, 2024
ΟΙ ΚΥΡΑΔΕΣ - Πλάτων Ροδοκανάκης- Διήγημα-ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ- Λόγος με t...
― Δε βλέπεις κι εμένα δα, εξακολούθησεν ο γέρος· να τα χαΐρια μου. Είμαι τριάντα χρόνια εδώ μπροστά καρφωμένος, πορτιέρης του κάθε υπουργού. Από το πρωί στις οχτώ ίσαμε τη μια και τις δυο, στέκομαι στην πόρτα. Μου δίνουν μια ώρα καιρό σαν φύγει ο υπουργός να πάω σπίτι μου, να τσιμπήσω κάτι και να γυρίσω με την μπουκουνιά στο στόμα. Μόλις προφταίνω να πω δυο λόγια της γυναίκας μου, γιατί κάθομαι πολύ μακριά, πίσω από το Στάδιο και είναι και ανήφορος. Έπειτα έρχομαι και στέκομαι μπροστά σ’ αυτή την πόρτα ίσαμε τις δέκα το βράδυ και σαν έχουν φασαρίες στη Βουλή, βλαστήμα τα· τότες δα είναι που δεν κουνώ απ’ αυτού ίσαμε να ξημερώσει. Και τι μου δίνουν; Εβδομήντα δραχμές με συμπάθιο. Τριάντα χρονών υπηρεσία, εβδομήντα δραχμές. Ψωμοφαγία· και από ρουχική, μπάλωμα στο μπάλωμα. Σε θένε, λέει, να φοράς και παστρικό κολλάρο. Ήμαρτον Θε μου!. Φαντάσου πως δεν παίρνω ούτε σύνταξη. Απ’ τα δυο παιδιά που έκανα, η Αφθαλία, το κορίτσι, πέθανε φθισικιό. Θεός σχωρέσ’ το, και ο γιος μου, ο Σταμάτης, που να μη δη χαΐρι και προκοπή, βιάστηκε να βάλει στέφανο. Πεντάρα τσακιστή δεν ξέρω από δαύτον. Αν ρωτάς δα και για τη νύφη μου, τη Στασία, περισσότερο γλωσσού και ξετσίπωτη γυναίκα δεν εγέννησεν ακόμη ο ντουνιάς. Η γριά μου είναι πιασμένη και κείτεται. Όταν λοιπόν καταπέσω κι εγώ, τι θα γίνομε; Να τόσην ώρα που σου μιλώ με σουβλάν τα γόνατά μου. Τριάντα χρονών ορθοστασία, πόδια είναι δεν είν’ παλούκια… Απ’ το πρωί στις οχτώ…
Σάββατο, Φεβρουαρίου 03, 2024
ΚΑΚΟΑΝΑΤΕΘΡΑΜΜΕΝΑ-ΓΡΑΦΟΝΤΑΣ ΣΥΝΘΗΜΑΤΑ- Δημήτρης Ψαθάς-ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙ...
ΚΑΚΟΑΝΑΤΕΘΡΑΜΜΕΝΑ...
“Ο
κύριος που όρμησε στο τραμ ήταν απ’
τους πιο επιβλητικούς κυρίους που είχα
δει ποτέ. Φορτωμένος ως τα μπούνια με
δώρα και ψώνια πρωτοχρονιάτικα δεν είχε
χάσει τίποτ’ απ’ την ευλυγισία και τη
μαχητικότητά του. Στ’ ορμητικό πέρασμά
του απ’ το διάδρομο του τραμ ανέτρεψε
μια χοντρή κυρία, δυο λιγνούς κυρίους,
εποδοπάτησε ένα κοριτσάκι και πρόφτασε
να στρογγυλοκάτσει θριαμβευτικά στη
θέση. Ενώ από πίσω οι άλλοι επιβάτες
έκαναν το σταυρό τους, κοιτώντας τον με
κατάπληξη, εκείνος ταχτοποιούσε τον
εαυτό του για να νιώσει όσο μπορούσε
αναπαυτικότερα. Έβαλε τα πακέτα στα
γόνατά του, άπλωσε τα πόδια του στο ξύλο
του μπροστινού καθίσματος, διόρθωσε τη
γραβάτα και το καπέλο του. Συγχρόνως
στραβοκοιτούσε τους άλλους επιβάτες
και μουρμούριζε ζητώντας τα ρέστα:
―
Τα
γαϊδούρια!
Κι
ύστερα:
―
Τα
γουρούνια! ...”
ΓΡΑΦΟΝΤΑΣ ΣΥΝΘΗΜΑΤΑ
“Κάθε
πρωί η Αθήνα που ξυπνά βλέπει τους
τοίχους της γραμμένους. Συνθήματα του
αγώνα για την αντίσταση στους Γερμανούς,
Ιταλούς και τους ύπουλους Βουλγάρους.
Δεν υπάρχει τοίχος, μάντρα, πλατεία,
πεζοδρόμιο, ερείπιο, πολυκατοικία απ’
τις πιο απόμακρες γειτονιές ως το κέντρο
της Αθήνας που να μην προβάλλει κάθε
πρωινό τα ολόφρεσκα γράμματά του σαν
πρόκληση στη βία του κατακτητή: «Η
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΨΥΧΗ ΕΙΝΑΙ ΑΔΟΥΛΩΤΗ. ΕΑΜ» Κι
αλλού: «ΟΙ ΒΑΡΒΑΡΟΙ ΚΑΤΑΧΤΗΤΕΣ ΜΑΣ ΘΑ
ΠΛΗΡΩΣΟΥΝ Τ’ ΑΠΕΙΡΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΤΟΥΣ.
ΕΑΜ» Κι αλλού: «ΧΑΙΡΕ Ω ΧΑΙΡΕ ΛΕΥΤΕΡΙΑ.
ΕΑΜ» Κι αλλού: «ΠΑΤΡΙΩΤΕΣ ΠΥΚΝΩΣΤΕ ΤΙΣ
ΤΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΓΕΝΝΑΙΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΗΣ
ΛΕΥΤΕΡΙΑΣ. ΕΑΜ» Κι αλλού: «ΖΗΤΩ Η ΑΘΑΝΑΤΗ
ΕΛΛΑΔΑ. ΕΑΜ»
Στέκεται
ο Γερμανός κι αφρίζει:
―
Βας
ις ντας;
―
Ξέρω
γω; ..”